- Ἀμαζονικά
- Ἀμαζονικόςthe Amazonsneut nom/voc/acc plἈμαζονικά̱ , Ἀμαζονικόςthe Amazonsfem nom/voc/acc dualἈμαζονικά̱ , Ἀμαζονικόςthe Amazonsfem nom/voc sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… … Dictionary of Greek
Κολομβία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κολομβίας Έκταση: 1.141.748 τ. χλμ. Πληθυσμός: 42.492.326 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπογκοτά (6.712.247 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Παναμά, στα Α με τη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία … Dictionary of Greek
Όνασος — Αρχαίος Έλληνας μυθογράφος, που έγραψε τα Αμαζονικά. Μερικοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι δεν υπήρξε ποτέ και αποδίδουν το έργο του στον Μνασέα ή στον Διονύσιο τον Μυτιληναίο … Dictionary of Greek